- Λειμῶνος
- Λειμώνany moistmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
λειμῶνος — λειμών any moist masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Λειμώνος, μονή — Ανδρικό μοναστήρι της Λέσβου, αφιερωμένο στο όνομα των Ταξιαρχών, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Μηθύμνης. Ιδρύθηκε το 1523 ή 1527 γύρω από την εκκλησία της κατεστραμμένης βυζαντινής μονής του Παμμεγίστου Ταξιάρχου Μιχαήλ. Το 1975 χτίστηκε… … Dictionary of Greek
Verwaltungsgliederung von Lesbos — Die Gemeinde Lesvos (griechisch Δήμος Λέσβου) wurde auf Grund des Kallikratis Programms aus den dreizehn Vorgängergemeinden der griechischen Insel Lesvos zum, 1. Januar, 2011 gebildet. Sie umfasst die gesamte Insel, Verwaltungssitz ist die… … Deutsch Wikipedia
Kalloni — Stadtgemeinde Kalloni (1994–2010) Δήμος Καλλονής (Καλλονή) … Deutsch Wikipedia
10-я византийская малая хроника — 10 я византийская малая хроника выписки из некой, в настоящее время утерянной, рукописи. Названа по изданию П. Шрайнера, где эта хроника приведена под номером 10. Сохранилась в виде пометок на рукописи XII в.[1][2] Содержит 11 заметок,… … Википедия
διονύσιος — I Ονομασία ενός μήνα σε πολλές αρχαίες ελληνικές πόλεις. Στη Λοκρίδα αντιστοιχούσε προς τον αττικό Ποσειδεώνα (Δεκέμβριο) και στην Αιτωλία προς τον Μουνυχιώνα (Απρίλιο). II Όνομα τυράννων των Συρακουσών. 1. Δ. Α’ ο πρεσβύτερος (432 – 367 π.Χ.).… … Dictionary of Greek
κώδικας — Χειρόγραφο βιβλίο το οποίο χρησιμοποιούσαν κυρίως πριν από την εφεύρεση της τυπογραφίας. Ο όρος προέρχεται από τη λατινική λέξη caudex (αργότερα codex), που αρχικά σήμαινε κορμό δέντρου και γενικότερα ξύλο, και κατέληξε να δηλώνει κατά τη ρωμαϊκή … Dictionary of Greek
Μυρσινιώτισσας, μονή — Γυναικείο μοναστήρι της Λέσβου, το οποίο εξαρτάται από τη Μητρόπολη Μηθύμνης. Η ύπαρξη του μοναστηριού αναφέρεται σε έγγραφο του 1331. Αργότερα ερημώθηκε και διαλύθηκε. Ο Άγιος Ιγνάτιος, που ίδρυσε και το μοναστήρι Λειμώνος, ανακαίνισε την παλιά… … Dictionary of Greek